- διαμένουσα
- διαμένωcontinuepres part act fem nom/voc sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διαμενούσας — διαμενούσᾱς , διαμένω continue fut part act fem acc pl (attic epic doric) διαμενούσᾱς , διαμένω continue fut part act fem gen sg (doric) διαμενούσᾱς , διαμένω continue pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic) διαμενούσᾱς , διαμένω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)